- σαβάνων
- σάβανονlinen clothneut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ιβιοστολιστής — ἰβιοστολιστής, ὁ (Α) ο κατασκευαστής σαβάνων για ίβεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < ίβις, ιος + στολιστής] … Dictionary of Greek
διωναία — (dionaea). Εντομοφάγο φυτό της οικογένειας των δροσεριδών. Η πλήρης επιστημονική ονομασία του είναι δ. η μυγοφάγος. Είναι μικρή πολυετής πόα των σαβάνων στη Βόρεια Καρολίνα των ΗΠΑ. H δ. καλλιεργείται σε θερμοκήπια της Ευρώπης και της Αμερικής… … Dictionary of Greek